Ηθη - Εθιμα

ΤΟ ΕΘΙΜΟ ΤΟΥ ΑΦΕΝΤΗ ΑΗ ΓΙΩΡΓΗ ΣΤΗΝ ΑΛΕΥΡΟΥ


Ένα από τα πιο ξακουστά έθιμα του χωριού μας ήταν το έθιμο του Αφέντη Άη Γιώργη, που γινόταν κάθε χρόνο στην εορτή του Αγίου Γεωργίου, Προστάτη του χωριού.


Την ημέρα της εορτής του Αγίου Γεωργίου και μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας, έξω από την Εκκλησία έφταναν καβαλάρηδες όλοι όσοι είχαν άλογα στο χωριό, που τότε ήταν πάρα πολλοί.


Τα άλογα στολισμένα με λουλούδια και χαϊμαλιά, καθαρά και πανέμορφα.


Στη συνέχεια έρχονταν τα όργανα, τα οποία έπαιρναν τη θέση τους πίσω από τα άλογα. Και αμέσως μετά ο παπάς του χωριού και όλοι οι χωριανοί.

Τα όργανα έπαιζαν το τραγούδι του Άη Γιώργη:


Και χορεύοντας, όλοι έκαναν το γύρο της Εκκλησίας τρείς φορές.

Στη συνέχεια οι καβαλάρηδες έφευγαν με τα άλογα και γύριζαν όλους τους δρόμους και τα σοκάκια του χωριού.

Οι οργανοπαίχτες έπαιρναν τη θέση τους στην πλατεία και το γλέντι που άρχιζε θα κρατούσε μέχρι αργά τη νύχτα.

Αυτό είναι ένα από τα πολλά έθιμα του χωριού μας που σήμερα έχει εκλείψει.

Στη συνέχεια μπορείτε να παρακολουθήσετε την αναβίωση του εθίμου αυτού, που πραγματοποιήθηκε για τελευταία φορά το 1992 με πρωτοβουλία του τότε πολιτιστικού συλλόγου του χωριού.          




"ΠΟΛΕΜΟΣ" ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ...

Ένα άλλο έθιμο της Αλευρούς που εξακολουθεί να υπάρχει και σήμερα είναι το έθιμο των τουφεκιών της Ανάστασης. 

Το έθιμο πραγματοποιείται το Μεγάλο Σάββατο ακριβώς στις 12 το μεσημέρι.

Είναι η ώρα που οι καμπάνες της Εκκλησίας ηχούν χαρμόσυνα σημαίνοντας την πρώτη Ανάσταση.


Την στιγμή εκείνη και μαζί με τις καμπάνες, νέοι του χωριού που έχουν μαζευτεί από νωρίς στην πλατεία, με τα κυνηγετικά όπλα τους, αρχίζουν να πυροβολούν στον αέρα ασταμάτητα.

Ο ήχος των όπλων μαζί με τον ήχο από τις καμπάνες δημιουργούν ένα δυνατό και εορταστικό κλίμα.

Η παράδοση λέει ότι ο δυνατός αυτός θόρυβος γίνεται για να διώξει το κακό. Είναι ο θόρυβος που έγινε όταν ο Χριστός κατέβηκε στον Άδη, νίκησε τον θάνατο και ξαναναστήθηκε.


Οι ρίζες του εθίμου αυτού λέγεται ότι βρίσκονται στην εποχή της τουρκοκρατίας.

Την εποχή αυτή μάλιστα όπως λέγεται, οι Έλληνες εκμεταλλευόμενοι το έθιμο αυτό πήγαιναν όλοι οπλισμένοι στην Εκκλησία.

Έτσι μπορούσαν να παρακολουθήσουν τη λειτουργία ανενόχλητοι αφού οι Τούρκοι ξέροντας για το έθιμο αυτό, και ότι όλοι οι Έλληνες ήταν οπλισμένοι, δε διανοούνταν να πλησιάσουν.

Άλλοι πάλι ισχυρίζονται ότι η ευρηματικότητα των Ελλήνων δημιούργησε το έθιμο αυτό για τον ίδιο ακριβώς λόγο.


Πάντως όπως και να ‘χει είναι ένα πατροπαράδοτο έθιμο που υπάρχει, και θα πρέπει να συνεχίσει να υπάρχει, γιατί είναι η τοπική ιστορία μας.

Σε πλήρη εξέλιξη μπορείτε να παρακολουθήσετε το έθιμο αυτό, το Πάσχα του 2010, στο επόμενο video.
                                         Video nokaL.




ΤΟ ΨΗΤΟ ΤΟΥ ΑΗ ΓΙΩΡΓΗ

Παράδοση και έθιμο αποτελούσε τα παλιά χρόνια στην Αλευρού το φαγητό της ημέρας του Αγίου Γεωργίου. Μέρα η οποία τις περισσότερες φορές συνέπεφτε με την Δευτέρα του Πάσχα. Το φαγητό αυτό ήταν ψητό κατσικάκι στον φούρνο με πατάτες.

Κατσικάκι ντόπιο παραγωγής του κάθε νοικοκυριού, φρέσκες πατάτες, και αυτές ντόπιες, φρέσκια χλωρή ρίγανη σε μεγάλα κλωνάρια, αγνό ελαιόλαδο, ντομάτα πελτέ που πάντα έφτιαχνε η κάθε νοικοκυρά και τον κράταγε για όλο το χρόνο, και διάφορα μπαχαρικά, συνέθεταν μια τέλεια γεύση.

Σημαντική συμβολή στη γεύση αυτή το ότι το φαγητό αυτό ψηνόταν στον παραδοσιακό ξυλόφουρνο, αργά έτσι ώστε τα υλικά αυτά να βγάλουν όλα τους τα αρώματα και το κρέας να γίνει ροδοκόκκινο και ζουμερό.


Σε κάθε γειτονιά άναβε ένας φούρνος παρότι όλα τα σπίτια διέθεταν. Νωρίς το πρωί του Αγίου Γεωργίου η νοικοκυρά στης οποίας το φούρνο θα ψηνόντουσαν τα φαγητά της γειτονιάς, άναβε το φούρνο ο οποίος θα έπρεπε κα κάψει για περίπου 1 ώρα ώστε να ‘’πυρώσει’’ καλά. 

Σε λίγο έφταναν και οι γειτόνισσες φέρνοντας τα ταψιά με το ψητό τους και τα έβαζαν στο φούρνο. Τον έκλειναν καλά και σφράγιζαν το καπάκι του γύρω γύρω με λάσπη φτιαγμένη από χώμα, στάχτη και νερό. Στη συνέχεια πήγαιναν στην Εκκλησία, και με το τέλος της λειτουργίας επέστρεφαν και άνοιγαν το φούρνο.


Το φαγητό ήταν έτοιμο. Όλο το χωριό μοσχομύριζε ψητό. Η κάθε νοικοκυρά έπαιρνε το ταψί της και έφευγε για το σπίτι της, για το μεσημεριανό, εορταστικό φαγοπότι. Ήταν η μοναδική μέρα του χρόνου, που όλο το χωριό είχε το ίδιο φαγητό.